Μετάβαση στο περιεχόμενο

Βασιλική του Ευαγγελισμού (Φλωρεντία)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Βασιλική του Ευαγγελισμού
Χάρτης
Είδοςελάσσονα βασιλική
Αρχιτεκτονικήαναγεννησιακή αρχιτεκτονική
Γεωγραφικές συντεταγμένες43°46′37″N 11°15′41″E
ΘρήσκευμαΚαθολικισμός[1]
Θρησκευτική υπαγωγήΑρχιεπισκοπή της Φλωρεντίας
Διοικητική υπαγωγήΦλωρεντία
Τοποθεσίαιστορικό κέντρο της Φλωρεντία
ΧώραΙταλία[2]
Έναρξη κατασκευής1250
ΈνοικοιΤάγμα των Σερβιτών
ΔιαχειριστήςΤάγμα των Σερβιτών
ΑρχιτέκτοναςΜικελότσο
Προστασίατμήμα μνημείου παγκόσμιας κληρονομιάς (από 1982)
Ιστότοπος
Επίσημος ιστότοπος
Commons page Πολυμέσα

Η Βασιλική του Υπεραγίου Ευαγγελισμού (ιταλ. Basilica della Santissima Annunziata) είναι ρωμαιοκαθολικός χριστιανικός ναός σε αναγεννησιακό αρχιτεκτονικό ρυθμό, που βρίσκεται κοντά στο κέντρο της Φλωρεντίας, στην Ιταλία. Θεωρείται ο «μητρικός» ναός του θρησκευτικού Τάγματος των Σερβιτών.

Η τοιχογραφία του Ευαγγελισμού μετά τον καθαρισμό της και την απόδοσή της στη λατρεία στις 8 Δεκεμβρίου 2020

Ο ναός θεμελιώθηκε το 1250 από τα επτά αρχικά μέλη του Τάγματος των Σερβιτών. Το 1252 ανέθεσαν τη φιλοτέχνηση μιας απεικονίσεως του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στον αδελφό Βαρθολομαίο. Σύμφωνα με την παράδοση, ο μοναχός ήρθε σε απόγνωση επειδή θεωρούσε ότι δεν ήταν ικανός να ζωγραφίσει μια παρθένο με αρκετά όμορφο πρόσωπο. Με αυτές τις σκέψεις κοιμήθηκε μια φορά και όταν ξύπνησε βρήκε την εικόνα να έχει ολοκληρωθεί με θαυματουργικό τρόπο. Το θαύμα αποδόθηκε σε κάποιον άγγελο.[3] Η εικόνα, που στεγάζεται ακόμα στον ναό, έγινε εξαιτίας αυτού αντικείμενο αυξανόμενου προσκυνήματος, οπότε το 1444 η οικογένεια των Γκοντζάγκα από τη Μάντοβα αποφάσισε να χρηματοδοτήσει έναν μεγαλοπρεπέστερο ναό για αυτή. Αρχικώς η ανέγερσή του ανατέθηκε στον Μικελότσο, ως συγγενή του ηγουμένου των Σερβιτών, αλλά επειδή ο Λουδοβίκος Γ΄ Γκοντζάγκα έτρεφε ιδιαίτερο θαυμασμό προς τον Λέον Μπαττίστα Αλμπέρτι, αυτός ο αρχιτέκτονας αντικατέστησε τελικώς τον Μικελότσο, το 1469. Τα σχέδια του Αλμπέρτι περιορίζονταν από την προϋπάρχουσα θεμελίωση. Η ανέγερση ολοκληρώθηκε το 1481, μετά τον θάνατο του Αλμπέρτι. Ο ναός αναδομήθηκε σε ρυθμό μπαρόκ κατά τον 17ο αιώνα, αλλά η βασική διαρρύθμιση ενός κυκλικού χώρου με τρούλο που πλαισιώνεται με κόγχες-βωμούς είναι ακόμα ευδιάκριτη.[4]

Η σημερινή πρόσοψη του ναού προστέθηκε το 1601 από τον αρχιτέκτονα Τζοβάννι Μπαττίστα Κατσίνι κατ' απομίμηση της αναγεννησιακής προσόψεως του Οσπεντάλε ντελι Ιννοτσέντι, έργου του Μπρουνελλέσκι που βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της πλατείας του ναού. Το κτήριο απέναντι από το Οσπεντάλε,σχεδιασμένο από τον Σανγκάλλο τον πρεσβύτερο, απέκτησε επίσης μια πρόσοψη α-λα-Μπρουνελλέσκι τη δεκαετία του 1520.

Χάρτης του ναού και του κοινόβιου

Οι προσκυνητές που έρχονταν στον ναό για να προσκυνήσουν την εικόνα άφηναν συχνά κέρινα αφιερώματα, πολλά από τα οποία ήταν ομοιώματα του πιστού ή της πιστής σε φυσικό μέγεθος (κάποιες φορές ακόμα και με το άλογό τους). Το 1516 διαμορφώθηκε ένα εσωτερικό αίθριο για να τα φιλοξενήσει, το «Κιοστρίνο ντεϊ βότι». Μέχρι το 1786 είχαν συσσωρευθεί εξακόσια περίπου τέτοια αφιερώματα και αποτελούσαν μία από τις εξέχοντα τουριστικά αξιοθέατα σε όλη τη Φλωρεντία, Εκείνο το έτος ωστόσο τα έλιωσαν όλα για να κάνουν κεριά. Ο ίδιος ο Πάπας Αλέξανδρος ΣΤ΄, ευγνώμων προς τον Θεό για την επιβίωση της Ρώμης μετά τη γαλλική κατοχή, ήρθε προσκυνητής στον ναό και του δώρισε ένα ασημένιο ομοίωμα.[5]

Ακόμα και σήμερα, οι νύφες της Φλωρεντίας επισκέπτονται κατά παράδοση τον ναό για να αφήσουν τις ανθοδέσμες τους.

Το εσωτερικό του ναού του Ευαγγελισμού
«Η Αποκαθήλωσις» (Pietà) με τον Νικόδημο, έργο του Μπάτσιο Μπαντινέλλι, πάνω στον τάφο του γλύπτη

Η είσοδος στον ναό γίνεται από το Κιοστρίνο ντεϊ βότι. Η μπαρόκ διακόσμηση του εσωτερικού άρχισε το 1644, όταν ο Πιέτρο Τζαμπέλλι (Pietro Giambelli) φιλοτέχνησε στην οροφή μια νωπογραφία της «Αναλήψεως» ως κεντρικό στοιχείο με βάση σχέδια του Μπαλντασσάρε Φραντσεσκίνι.[6]

Η πρώτη κόγχη με Αγία Τράπεζα στα δεξιά περιέχει μια «Παναγία της δόξας» του Τζάκοπο ντα Έμπολι και νωπογραφίες του Ματτέο Ροσσέλλι. Η 5η κόγχη στα δεξιά φιλοξενεί ένα «Μνημείο στον Ορλάνδο των Μεδίκων» (1456) από τον Μπερνάρντο Ροσσελλίνο. Στο δεξιό μέρος του κάθετου κλίτους υπάρχει μικρός παράπλευρος βωμός με άγαλμα της Αποκαθηλώσεως (1559) του Μπαρτολομμέο Μπαντινέλλι, που διακοσμεί τον τάφο του καλλιτέχνη.

Το υπερυψωμένο κυκλικό τμήμα, γνωστό ως «Ροτόντα», σχεδιάσθηκε αρχικώς από τον Μικελότσο και κατόπιν από τον Αλμπέρτι στο διάστημα 1444-1476. Αξιοσημείωτη από τις κόγχες-βωμούς (Αγίες Τράπεζες) είναι η πέμπτη (σε σχέση με τον άξονα του κυρίως ναού), που κοσμείται από έναν Εσταυρωμένο (1594-1598) του Τζαμπολόνια για τον τάφο του, καθώς και αγάλματα του μαθητή του, Πιέτρο Φρανκαβίλλα, του Πιέτρο Τάκκα (επίσης θαμμένου στον ναό) και τοιχογραφίες του Μπερναρντίνο Ποτσέττι. Η επόμενη κόγχη έχει μια «Ανάσταση» (1548-1552) του ζωγράφου Άνιολο Μπροντσίνο και ένα άγαλμα του Αγίου Ρόκκου που αποδίδεται στον Φάιτ Στος.

Στην έκτη κόγχη της αριστερής πλευράς του κυρίως ναού υπάρχει πίνακας με θέμα τους Αγίους Ιγνάτιο, Έρασμο και Βλαίσιο του Ραφφαελλίνο ντελ Γκάρμπο. Η επόμενη κόγχη φιλοξενεί ένα από τα μέρη του «Πολυπτύχου της Αννουντσιάτα» (1507) του Περουτζίνο, που κάποτε βρισκόταν πίσω από την κυρίως Αγία Τράπεζα του ναού. Η επόμενη κόγχη κοσμείται από ζωγραφιά με θέμα την «Αγία Τριάδα με τον Άγιο Ιερώνυμο και δύο αγίους» (περ. 1455), έργο του Αντρέα ντελ Καστάνιο, ο οποίος ζωγράφισε επίσης την τοιχογραφία με θέμα «Το όραμα του Αγίου Ιουλιανού» στην επόμενη κόγχη. Αυτή η κόγχη, ολόκληρο παρεκκλήσιο, διακοσμήθηκε περίτεχνα με έργα μπαρόκ από τον γλύπτη Τζοβάνι Μπατίστα Φοτζίνι το 1692.

Το εκκλησιαστικό όργανο που κατασκεύασε ο Ντομένικο Ντι Λορέντσο ντα Λούκκα το 1509-1521 είναι το παλαιότερο σε όλη τη Φλωρεντία και το τρίτο παλαιότερο σε ολόκληρη την Ιταλία.

Ο ναός στεγάζει επίσης τον τάφο της θρησκευτικής συγγραφέως Μαρία Βαλτόρτα και ένα μνημείο στη μνήμη της ζωγράφου Τζοβάννα Τακκόνι-Μεσσίνι (Giovanna Tacconi Messini, 1717-1742), που έγινε από τον σύζυγό της μετά τον πρόωρο θάνατό της.[7]

Αίθρια-κιονοστοιχίες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κιοστρίνο ντεϊ βότι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το προαναφερθέν Κιοστρίνο ντεϊ βότι[8] σχεδιάσθηκε από τον Μικελότσο. Ο Μπαλντοβινέττι ζωγράφισε το πρώτο υπέρθυρο σε αυτό (τη Γέννηση του Χριστού) περί το 1460-1462. Το 1476 περίπου ο Κόζιμο Ροσσέλλι άρχισε να ζωγραφίζει στην αριστερή πλευρά έναν κύκλο του βίου του μετέπειτα Αγίου της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας Φιλίππου Μπενίτσι, που ήταν ο 5ος καθηγούμενος του Τάγματος των Σερβιτών. Αυτός ο κύκλος ολοκληρώθηκε το 1509-1510 από τον Αντρέα ντελ Σάρτο. Η δεξιά πλευρά της κιονοστοιχίας του αιθρίου στεγάζει τα εξής έργα ζωγραφικής:

  1. «Η Ανάληψη της Θεοτόκου», του Ρόσσο Φιορεντίνο, 1513-1514
  2. «Η επίσκεψη της Παρθένου Μαρίας στην Ελισάβετ», του Ποντόρμο, 1516
  3. «Η μνηστεία της Παρθένου Μαρίας», του Φραντσαμπίτζο, 1513
  4. «Το Γενέσιο της Θεοτόκου», του Αντρέα ντελ Σάρτο, 1513-1514
  5. «Το ταξίδι των Μάγων», του Αντρέα ντελ Σάρτο, 1511

Κιόστρι ντεϊ μόρτι και παρεκκλήσιο Αγίου Λουκά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπάρχει μία ακόμη κιονοστοιχία, γνωστή ως «Κιόστρι ντεϊ μόρτι» (Chiostri dei Morti), όπου υπάρχει η περίφημη «Madonna del Sacco» (1525) του Αντρέα ντελ Σάρτο. Το παρεκκλήσιο του Αγίου Λουκά (Cappella di San Luca), η είσοδος του οποίου βρίσκεται παραπλεύρως , ανήκε στη συντεχνία των καλλιτεχνών της Accademia delle Arti del Disegno (= «Ακαδημία των σχεδιαστικών τεχνών») από το 1565. Για τον λόγο αυτόν, πολλοί καλλιτέχνες είναι θαμμένοι στην κρύπτη του, μεταξύ των οποίων και οι Μπενβενούτο Τσελίνι, Ποντόρμο, Φραντσαμπίτζο, Τζοβάννι Άντζελο Μοντορσόλι και Λορέντσο Μπαρτολίνι. Επιπλέον, στο εσωτερικό του παρεκκλησίου υπάρχουν αξιόλογα έργα τέχνης, όπως «Η Αγία Οικογένεια» του Ποντόρμο (περ. 1514) και τοιχογραφίες του Αλεσσάντρο Αλλόρι («Η Αγία Τριάδα»), του Βαζάρι («Ο Άγιος Λουκάς ζωγραφίζει την Παναγία») και του Σάντι ντι Τίτο («Ο Σολομών διευθύνει την ανέγερση του Ναού της Ιερουσαλήμ»).

  1. Ανακτήθηκε στις 6  Ιανουαρίου 2021.
  2. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 9986. Ανακτήθηκε στις 26  Αυγούστου 2020.
  3. Μουσεία της Φλωρεντίας
  4. Franco Borsi: Leon Battista Alberti, Harper & Row, Νέα Υόρκη 1977
  5. Rafael Sabatini: The Life of Cesare Borgia, Βιβλίο 2, κεφ. 5
  6. Eve Borsook: The Companion Guide to Florence, 5η έκδ., Harper Collins 1991, σελ. 246
  7. «Giovanna Tacconi Messini» στο Dictionary of Pastellists Before 1800
  8. E. Borsook, σελ. 246